κρυπτοκοκκίαση

κρυπτοκοκκίαση
Σπάνια χρόνια και διάχυτη νόσος, που προκαλείται από τον μύκητα Cryptococcus neoformans. Προκαλεί αναπνευστική λοίμωξη, η οποία μπορεί να περάσει απαρατήρητη μέχρι να προσβάλλει η νόσος το κεντρικό νευρικό σύστημα και να προκαλέσει μηνιγγίτιδα.
* * *
η
ιατρ. κοσμοπολιτική εν τω βάθει μυκητίαση οφειλόμενη σε μόλυνση από τον μύκητα Cryptococcus neoformans, αλλ. ευρωπαϊκή βλαστομυκητίαση ή τορούλωση ή νόσος τών Μπούσε-Μπούσκε.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κρυπτ(ο)- — (AM κρυπτ[ο] , Α και κρυψι ) πρώτο συνθετικό λέξεων τής Ελληνικής το οποίο έχει την έννοια ότι αυτό που δηλώνεται από το β συνθετικό γίνεται, είναι ή κάνει κάτι κρυφά, με μυστικό τρόπο (πρβλ. κρυπτογενής, κρυψίνους). Το κρυπτ(ο) ανάγεται στο επίθ …   Dictionary of Greek

  • κρυπτόκοκκος — ο (μυκητ.) γένος ατελών μυκήτων που ανήκει στην κλάση βλαστομύκητες, τών οποίων ένα είδος προκαλεί την κρυπτοκοκκίαση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. cryptococcus < crypt(o) (< κρυπτ[ο]*) + coccus (< κόκκος)] …   Dictionary of Greek

  • τορούλωση — η, Ν ιατρ. η κρυπτοκοκκίαση. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. torulosis < torula (βλ. λ. τόρουλα)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”